Eξ αφορμης
Ανατροπές στην αγορά βιβλίου
Της Τιτιτκας Δημητρουλια
Οταν πριν από τρία τέσσερα χρόνια περιγράφαμε πώς άλλαξε, σταδιακά, το εκδοτικό τοπίο μετά το 1990, δεν φανταζόμασταν πόσο γρήγορα θα ανατρέπονταν το νέο σκηνικό με την αθέατη ακόμη, στην έντασή της τουλάχιστον, κρίση. Συγκροτημένο σε ελάχιστο χρονικό διάστημα σε μορφή ολιγοπωλίου με «παρυφιακό» ανταγωνισμό, όπως ονομάζει η Φρανσουάζ Μπεναμού τη διάρθρωση του πολιτισμικού πεδίου στη βάση λίγων μεγάλων εταιρειών με παράλληλη ύπαρξη μικρών, ανεξάρτητων εταιρειών στις παρυφές του, το ελληνικό εκδοτικό πεδίο ήθελε να ξεχάσει όσο το δυνατόν γρηγορότερα το δύσκολο παρελθόν του και να λειτουργήσει με τους όρους της αγοράς της παγκοσμιοποίησης. Μεγάλοι εκδότες, λοιπόν, της mainstream κυρίως παραγωγής -παρότι στον πολιτισμό το «όλα είναι σχετικά» βρίσκει την πλήρη εφαρμογή του- αλλά και πολλοί μικροί που εισηγούνταν στο μέτρο των δυνατοτήτων τους το καινούργιο, αλυσίδες βιβλιοπωλείων, τηλεόραση, τα φώτα των προβολέων στραμμένα στο μυθιστόρημα, που έμοιαζε αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος του λόγου και των ειδών, αλλά και στη non-fiction σιγά-σιγά, ευπώλητα και συχνά μαρκετίστικη προβολή του προσώπου του συγγραφέα.
Λίγο μόλις καιρό πριν, στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, το
εκδοτικό πεδίο λειτουργούσε με βάση την προδικτατορική λογική. Υπήρχε μια πλειάδα μικρών εκδοτικών οίκων και μόνο, το πολιτικό και ιστορικό βιβλίο βρισκόταν στο προσκήνιο από τα τέλη ήδη της δικτατορίας, το ενδιαφέρον των εν πολλοίς πολιτικοποιημένων, προοδευτικών ως επί το πλείστον, αναγνωστών, μιας μεγάλης μερίδας δηλαδή του ελληνικού λαού που έδινε τον τόνο όχι μόνο στην πολιτική αλλά και στον πολιτισμό, το ενδιαφέρον τους λοιπόν μοιραζόταν, όσον αφορά τη λογοτεχνία, στην ποίηση και στην πεζογραφία, στο διήγημα και στο δοκίμιο και η στενή παραγωγή, της μη ευπώλητης δηλαδή λογοτεχνίας, είχε ένα ευρύ κοινό. Ολα αυτά τα καταγράφει ανάγλυφα και κριτικά ο Λουκάς Αξελός στο εξαιρετικό βιβλίο του «Εκδοτική δραστηριότητα και κίνηση των ιδεών στην Ελλάδα. Μια κριτική προσέγγιση της εκδοτικής δραστηριότητας στα χρόνια 1960-1981» (εκδ. Στοχαστής, 20082). Το βιβλίο του Αξελού κλείνει την εποχή που η Ελλάδα μπαίνει δειλά στον αστερισμό της παγκοσμιοποίησης και στον «καπιταλισμό του τζόγου», για τον οποίο τόσο απλά και τόσο καίρια μιλά ο Σταύρος Λυγερός στο τελευταίο του βιβλίο («Από την κλεπτοκρατία στη χρεοκοπία», Πατάκης, 2011). Οι παρατηρήσεις δε του Αξελού για τη νέα φοβερή εποχή που ξημερώνει στις ιδέες και στο βιβλίο στα τέλη του ’80 μοιάζουν σήμερα πιο επίκαιρες από ποτέ.
Σήμερα, λιγότερο από είκοσι χρόνια μετά, μια νέα αλλαγή παραδείγματος συντελείται, όπως φαίνεται, με την κατάσταση που διαμορφώνεται να παρουσιάζει ενδεχομένως κοινά με εκείνη των πρώτων χρόνων της μεταπολίτευσης. Αυτό μένει φυσικά να επαληθευτεί από τα εμπειρικά δεδομένα, τα οποία δεν μπορούν ακόμη να καταγραφούν παρά μερικώς, εφόσον τα φαινόμενα βρίσκονται εν εξελίξει – ενώ η προηγούμενη περίοδος δεν έχει αποτυπωθεί ενδελεχώς ακόμη. Είναι αδιαμφισβήτητη όμως η επιστροφή στο πολιτικό-ιστορικό βιβλίο, ο κλυδωνισμός της αλυσίδας παραγωγής-διάθεσης παγκοσμιοποιημένων ευπώλητων βιβλίων με έντονη την εμπορική συνιστώσα, η επιμονή των μικρών εκδοτών αλλά και των ποιητών, η αμηχανία του παντοδύναμου μυθιστορήματος, ένα περισσότερο πολιτικοποιημένο αναγνωστικό κοινό, σαφώς μειωμένο αλλά με διαφορετικές απαιτήσεις. Στις αλλαγές αυτές εγγράφεται η ταλάντευση μιας κουλτούρας αλλά και μιας κοινωνίας που έπεσε στα βαθιά απροετοίμαστη και οφείλει τώρα να επαναπροσδιοριστεί με βάση την ιδιαίτερη πραγματικότητά της. Οι δύσκολες εποχές τουλάχιστον είναι και οι πιο ενδιαφέρουσες.
Καθημερινή 31-12-2011