Για το συλλογικό βιβλίο,
Ανθολογία της ελληνικής ποίησης (20ός αιώνας) Τόμος Γ΄, 1940-1070
(Ανθολόγηση - επιμέλεια: Κώστας Γ. Παπαγεωργίου - Βαγγέλης Χατζηβασιλείου. Εκδ. ΚΟΤΙΝΟΣ)
Οι δεκαετίες 1940-1970 είναι από τις πιο κρίσιμες δεκαετίες στον «βραχύ εικοστό αιώνα», όπως ονόμασε τον αιώνα που πέρασε ο μεγάλος ιστορικός Έρικ Χομπσμπάουμ, που παρακολούθησε εκ του σύνεγγυς την πορεία του, ειδικά για την Ελλάδα. Διότι η Ελλάδα δεν γνώρισε την άμεση μεταπολεμική ανάκαμψη, αλλά καταποντίστηκε στον ζόφο ενός εμφυλίου πολέμου, ο οποίος εσχάτως επιστρέφει συστηματικά όχι μόνο στη λογοτεχνία, με μεγαλύτερη ή λιγότερη επιτυχία, κάτι που θα μπορούσε να έχει μεγάλο ενδιαφέρον, αλλά και στον πολιτικό λόγο, κάτι που δεν μπορεί παρά να ενέχει πολλούς και μεγάλους κινδύνους.
Η ελληνική ποίηση, που έχει σφραγιστεί ήδη στον Μεσοπόλεμο από τη γενιά του 30, η εικόνα της οποίας αναδεικνύεται, προϊόντος του χρόνου, όλο και πιο ποικιλόμορφη και ενδιαφέρουσα, δίνει το «παρών» στις δύσκολες αυτές εποχές, των αγώνων και της διάψευσής τους, των μετεμφυλιακών αδιεξόδων και της αργής ανάκαμψης στη δεκαετία το 60, της υπαρξιακής απορίας και των εσωτερικών αλλά και γλωσσοκεντρικών αναζητήσεων, μέσα στο κλίμα της «μεταπολεμικότητας», όπως την
ονόμασε ο Βύρων Λεοντάρης, γεφυρώνοντας την α΄ και τη β΄ μεταπολεμική γενιά που συνδέονται, εντέλει, άρρηκτα, με την επόμενη, γ΄ μεταπολεμική γενιά, τη γενιά του 70, όπως επικράτησε να ονομάζεται. Καθώς μάλιστα σήμερα παρακολουθούμε την αποδόμηση της Μεταπολίτευσης, συχνά ξεχνώντας την ευτυχή ιστορική συγκυρία της εμφάνισης και της εδραίωσής της, και διαβάζουμε την ποίηση και πάλι τριών γενεών, του 70, του 80 και του 90-2000, σε συνάρτηση με την Ιστορία και τις κρίσεις της, ο προτελευταίος τόμος της Ανθολογίας των Παπαγεωργίου - Χατζηβασιλείου παρουσιάζει ίσως ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Και όχι γραμματολογικό, όχι μόνο γραμματολογικό εν πάση περιπτώσει. Λειτουργεί ως δεξαμενή πολύμορφων αισθημάτων και στοχασμών μεταπλασμένων με ποικίλους τρόπους υψηλής αισθητικής ποιότητας που, ως εκ της φύσεως της ανθολογίας ως είδους, παρουσιάζονται εδώ συνολικά και μετασχηματίζονται εξίσου μέσα από τη συμπαράθεσή τους.
Δεν χρειάζεται συζήτηση σχετικά με τον υποκειμενισμό της επιλογής, που δεν αφορά μόνο τους ποιητές, αλλά και τα ίδια τα ποιήματα. Είναι όμως αδιαμφισβήτητο πως φιλοδοξία των ανθολόγων, πραγματωμένη, ήταν να αναδείξουν αυτήν ακριβώς την πολυμορφία, που προκύπτει από τις αλλαγές στη φιλοσοφία και την ποιητική των παλαιοτέρων, πλάι στους νέους που τους υποδέχονται, αλλά και από τις ριζικά διαφορετικές
θεωρήσεις της ποίησης που, όπως σε όλες τις εποχές, συνυπάρχουν στο ποιητικό πεδίο.
Έτσι, στον Εγγονόπουλο και τον γνωστό του στίχο, «τούτη η εποχή / του εμφυλίου σπαραγμού / δεν είναι εποχή / για ποίηση», απαντά ο Γιώργος Σαραντής, «ετούτη η εποχή δεν είναι / γι ανιστόρηση» και ο Στέλιος Γεράνης, μιλώντας λες σαν για σήμερα: «Ο σκοπός είναι να δραπετεύσεις εγκαίρως / προτού εκτίσεις ολόκληρη την ποινή σου / στο κάτεργο. Να σηκωθείς ένα βράδυ / σαν πεινασμένη ελευθερία / και να χυμήξεις στο λαιμό του δεσμοφύλακα». Γιατί στην «πολιτεία που έγινε πορνείο / μαστροποί και πολιτικές / διαλαλούν σάπια θέλγητρα», όπως έλεγε προφητικά ο Σεφέρης. Η Ιστορία και τα γρανάζια της, η στράτευση και τα δόκανά της στημένα στους δρόμους, όπως λέει ο Μίλτος Σαχτούρης στο ποίημα «Χριστούγεννα 1948», η αγωνία του ανθρώπου μέσα σε έναν κόσμο εχθρικό, όπου διαγωνίζονται στον πόνο η μνήμη και η λήθη, ο εκσυγχρονισμός που άναρχα σαρώνει σημεία αναφοράς («τα θύματα της Προόδου που πρόωρα σκουριάζει», δεν λέει ο Καρούζος;), η ars poetica των μοναχικών ψυχών όπως ο Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου, που θέλει το ποίημα να είναι «νύχτα, περιπλάνηση / σε ξεμοναχιασμένους δρόμους και αρτηρίες / όπου η ζωή χορεύει». Η ποίηση και ο καιρός, οι γνωστοί κι αγαπημένοι μας ποιητές, κι άλλοι λιγότερο γνωστοί που μας απλώνουν το χέρι και διαβάζουν μαζί μας το τότε και το σήμερα, αλλά και την καρδιά του ανθρώπου.
Καθημερινή 04/05/2013