Για το βιβλίο των, Νικόλα Σεβαστακάκη, Γιάννη Σταυρακάκη,
Λαϊκισμός, Αντιλαϊκισμός και Κρίση (εκδ. Νεφέλη)
Λαός: η ολότητα μιας δεδομένης πολιτικής κοινότητας, στο σύνολο των πολιτών ως ενιαίο πολιτικό σώμα· και την ίδια στιγμή οι φτωχοί και οι αποκλεισμένοι, ο λαουτζίκος. Αντιγράφω ελεύθερα από το κείμενο του Γιάννη Σταυρακάκη για τον λαϊκιστικό λόγο στη σκιά της ευρωπαϊκής κρίσης τον ορισμό αυτόν του λαού, που εξηγεί τον μείζονα διχασμό που προκαλεί η πανταχού παρούσα σήμερα έννοια του λαϊκισμού και του αντιλαϊκισμού συνακόλουθα. Σιγά το καινούργιο, θα πει κανείς και θα έχει δίκιο, αλλά και άδικο μαζί. Ο λαϊκισμός είχε περάσει σε δεύτερη μοίρα, ειδικά μετά την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων και το τέλος της διπολικής εποχής μαζί με τους λαούς στους οποίους αναφέρεται όπως φαίνεται. Από την άλλη, όμως, πράγματι η συζήτηση περί λαϊκισμού και αντιλαϊκισμού είχε ξεκινήσει πολύ πριν ο αντιλαϊκισμός γίνει το σύνθημα και το φόβητρο στην Ελλάδα της κρίσης, κάτι σαν σταυρός που ξορκίζει τα κακά πνεύματα για να υλοποιηθούν απρόσκοπτα οι επαγγελίες της μνημονιακής θεολογίας. Όπως επισημαίνει και πάλι ο Σταυρακάκης, ξανασυζητιόταν εδώ και μία δεκαετία ήδη, με αφορμή τις λατινοαμερικανικές χώρες, τις ΗΠΑ ή την άνοδο της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη και σήμερα πια στο ίδιο μας το σπίτι.
Μετά την εκδήλωση της κρίσης, αυτή η συζήτηση στην Ελλάδα γίνεται με
όρους διχασμού και σύγκρουσης, που αφορούν άλλα από αυτά στα οποία ρητά αναφέρονται: λαϊκισμός είναι ό,τι αντιτίθεται στο Μνημόνιο, κάθε διεκδίκηση, κάθε αντίδραση, κάθε αντίσταση και κάθε ανυπακοή. Στους αντίποδες, αντιλαϊκισμός είναι η υπεύθυνη στάση, η ορθολογική, η οποία ευαγγελίζεται τη λύτρωση μετά την τιμωρία και την αυτοτιμωρία. Διότι όπως ωραία τα τοποθετεί ο Νικόλας Σεβαστάκης, το «νέο κοινωνικό ζήτημα», η εν προόδω δηλαδή καταστροφή μιας κοινωνίας στο όνομα των αγορών, παρουσιάζεται ως απότοκο κακών συλλογικών αμαρτιών, για τις οποίες ο «λαός» οφείλει να εξιλεωθεί, τιμωρούμενος και αυτοτιμωρούμενος. Ο ζόφος της Ακροδεξιάς αποτελεί μια από τις απαντήσεις σ αυτή την κακή «ηθικοποίηση της πολιτικής, με αποτέλεσμα σήμερα να είναι πιο επείγων παρά ποτέ ο επαναπροσδιορισμός του λαϊκισμού στη σχέση του με το λαϊκό, χωρίς αρνητικό πρόσημο και με ανοιχτό το ενδεχόμενο ένας θετικός λαϊκισμός να αποτελεί την εναλλακτική λύση σε ένα σίγουρα αποτυχημένο μοντέλο πολιτικής διαχείρισης.
Το εξαιρετικό τομίδιο κλείνει με μια αναφορά στη «δημοπαιδευτική», τη
δημοκρατική διαπαιδαγώγηση του λαού. Συνειρμικά, αναρωτιέμαι για τη θέση του λαού στη νεοελληνική λογοτεχνία μετά το 1990. Με εξαιρέσεις φυσικά, η πεζογραφία απέφευγε όσο μπορούσε τον λαό στη συγχρονία, είτε ως συλλογικό υποκείμενο είτε ως φτωχολογιά. Ο λαός υπήρχε στην Ιστορία, που κάποια στιγμή άρχισε να ξαναγράφεται με διάφορες στοχεύσεις. Υπήρχε βεβαίως ο μετανάστης, ο νέος παρίας, ο αποκλεισμένος, ο διαφορετικός. Υπήρχε επίσης η κριτική του μεταπολιτευτικού λαϊκισμού στην άσκηση της εξουσίας, όπως και η ανατομία των μετατοπίσεων στη σχέση ανάμεσα στο εθνικό και το υπερεθνικό σε όλη την περίοδο του πρόσκαιρου όσο και τόσο πολυσυζητημένου τέλους της Ιστορίας. Αλλά ο λαός δεν ήταν της μόδας, νομίζω. Όμως, τώρα τελευταία ξαναγίνεται. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ελάχιστη αναφορά στην εργασία, πόσο μάλλον στη χειρωνακτική. Παγκοσμιοποίηση, ατομικισμός, θολός μεταμοντερνισμός -μακριά από μένα ωστόσο η συλλήβδην καταδίκη του στη λογοτεχνία και τις τέχνες-, αφηγήσεις μιας μεσαίας τάξης που θεωρούσε πια τον εαυτό της παντοδύναμο σε μια αρένα χωρίς ταξικούς αντιπάλους, έως ότου εξοντώθηκε πρώτη αυτή. Κρίση σημαίνει, πάντως, όπως φαίνεται λαός ξανά και στη λογοτεχνία. Για κάποιους ως νέα μόδα και σώφρων επιλογή. Για κάποιους άλλους ως ποικιλότροπη, αισθητικής και πολιτικής τάξεως, διακινδύνευση. Η δημοπαιδευτική έχει να κάνει μόνο με την τελευταία κατηγορία, πάντα.
Καθημερινή 16/03/2013