Το τελευταίο διάστημα, έχει ξεσπάσει στη Γαλλία ένα νέο σκάνδαλο «Χάιντεγκερ». Αφορμή, το βιβλίο του Εμμανυέλ Φάιγ, με τίτλο, «Χάιντεγκερ. Εισαγωγή του ναζισμού στη φιλοσοφία» (Heidegger. Introduction du nazisme dans la philosophie), το οποίο υποστηρίζει ότι η πολιτική στράτευση του αμετανόητου, ως γνωστόν, ναζιστή Χάιντεγκερ είναι ενθυλακωμένη στον φιλοσοφικό του λόγο και η φιλοσοφική του σκέψη καθ’ αυτή υπηρετεί τον ναζισμό.
Ο Χιούγκο Οττ και ο Βίκτορ Φαρίας είχαν προκαλέσει προ εικοσαετίας ανάλογο σκάνδαλο, αναλύοντας διά μακρόν στα βιβλία τους τη σχέση του Χάιντεγκερ, ως ατόμου και πολίτη, με τον ναζισμό. Σήμερα, ο Φάιγ έρχεται να αποδείξει, βασισμένος σε ανέκδοτες ως σήμερα παραδόσεις του φιλοσόφου, ότι ο ναζισμός είχε εμφιλοχωρήσει ως τα βαθύτερα θεμέλια της σκέψης του – και η σχέση του με τον Φύρερ ήταν τέτοια, ώστε ενδέχεται να έχει γράψει και ορισμένους λόγους του.
Ο Φάιγ φέρνει στο φως συγκλονιστικά χωρία, αλλά και βάλλει ενάντια σε όλους όσοι βασίστηκαν στη χαϊντεγκεριανή φιλοσοφία ή συνέβαλαν στη διάδοση και τη μυθοποίησή της – ενάντια σε ολόκληρη τη γαλλική σκέψη της τελευταίας πεντηκονταετίας δηλαδή. Ενάντια στον Φουκώ, τον Λακάν, που χαιρέτιζε τη χαϊντεγκεριανή σκέψη ως την πλέον υψιπετή και αλάνθαστη, τον Ντερριντά που μονίμως διακήρυσσε ότι όφειλε στον Χάιντεγκερ τα πάντα, τον Αλτουσέρ, τον ίδιο τον Ρενέ Σαρ, τον Λεβινάς, που δήλωνε μέχρι τέλους ότι «παρόλη τη φρίκη που συνδέεται με το όνομα του Χάιντεγκερ και η οποία δεν μπορεί πλέον να αναιρεθεί, τίποτα δεν μπορεί να με πείσει ότι το “Είναι και ο Χρόνος” του 1927 είναι απαράγραπτο» και ένα από τα λιγοστά αιώνια βιβλία της φιλοσοφίας. Στον Λεβινάς λοιπόν έρχεται να απαντήσει ο Φέιγ, φωτίζοντας τη ναζιστική διάσταση του ίδιου αυτού αιώνιου βιβλίου και δικαιώνοντας τον Ερίκ Βέιλ και τον Καρλ Λέβιτ, οι οποίοι, πολύ πριν γίνουν γνωστές οι λεπτομέρειες της στράτευσης του Χάιντεγκερ, από το 1946 ήδη, έθεταν ήδη το ζήτημα της ναζιστικής διάστασης της φιλοσοφίας του. Ο Λέβιτ μάλιστα διατεινόταν ότι ο Χάιντεγκερ ήταν πιο ριζοσπαστικός ακόμα και από τον Ερνστ. Κρικ και τον Αλφρεντ Ρόζενμπεργκ.
Πολιτικός λόγος
Διατεινόμενος ότι ο χαϊντεγκεριανός λόγος δεν είναι φιλοσοφικός, αλλά πολιτικός, και ανάλογος με εκείνον του Καρλ Σμιτ, δείχνοντας τις σχέσεις του Χάιντεγκερ από το 1920 ήδη με ναζιστές και ρατσιστές συγγραφείς όπως Έριχ Ρότακερ ή ο Λούντβιχ Κλάους, ο Φάιγ υποστηρίζει ότι πρέπει να αρθεί η ασυλία που παραδοσιακά κάλυπτε τον Χάιντεγκερ, στο όνομα της διάκρισης ανάμεσα στο άτομο, που έσφαλε πολιτικά, και τον φιλόσοφο που διατήρησε την αυτονομία του. Την ίδια άποψη έχουν υποστηρίξει νωρίτερα αρκετοί διανοούμενοι, από τον Αντόρνο παλαιότερα (που θεωρούσε τον Χάιντεγκερ «φασίστα ακόμα και στις πιο προσωπικές του πτυχές») ως τον Μπερνάρ-Ανρύ Λεβύ, προσφάτως, στον «Αιώνα του Σαρτρ»: «ο Χάιντεγκερ παρουσιάζει την πρωτοτυπία ότι είναι, στα ίδια κείμενα, στον ίδιο τόνο και, επί της ουσίας, με τις ίδιες λέξεις, ένας ιδιοφυής φιλόσοφος και ένας ναζιστής». Και παρακάτω: «Οι δηλώσεις πίστης στον Χίτλερ, τα στρατευμένα σχόλιά του για την επικαιρότητα του πολέμου και την οικοδόμηση του εθνικοσοσιαλισμού στη Γερμανία, η ατιμία εν ολίγοις, αναδύονται μέσα στο ίδιο το έργο του, στην καρδιά των πιο αξιοθαύμαστων κειμένων του, μέσα στο καλύτερο, το ευγενέστερο, το πιο γόνιμο και προφανώς το πιο ανιδιοτελές κομμάτι της εννοιολογικής δουλειάς του».
Η διαφορά του Φάιγ είναι ότι, καταδεικνύοντας τους πυρήνες του ρατσισμού, του αντισημιτισμού, της καθαρής ναζιστικής ιδεολογίας, τη «μεταφυσική αναγκαιότητα» της φυλετικής επιλογής και συνακόλουθα της γενοκτονίας των Εβραίων, το «ύστατο τέλος» που συνιστά το «είναι φυλή», όπως είναι μπολιασμένα στον φιλοσοφικό του λόγο, δεν δέχεται καν την εν λόγω σκέψη ως ένα κράμα υψηλού και χυδαίου, αλλά την απορρίπτει ως νοσηρή και επικίνδυνη.
Έντονες αντιδράσεις
Οι αντιδράσεις υπήρξαν φυσικά ανάλογες με το εγχείρημα του Φάιγ καθ’ αυτό. Ο συγγραφέας και πιστός οπαδός του Χάιντεγκερ, Στεφάν Ζαγκντάνσκι, έστειλε χιλιάδες επιστολές-λίβελλους υβρίζοντας τον «υβριστή» (μπορεί κανείς να πάρει μια ιδέα στην ιστοσελίδα που δημιουργήθηκε γι’ αυτόν τον σκοπό: parolesdesjours.free.fr/scandale.htm) και πολλοί άλλοι πήραν τον λόγο υπέρ του φιλοσόφου, σε διάφορους τόνους.
Προς υπεράσπιση του Φάιγ και της ελευθερίας του λόγου, έσπευσαν διανοητές όπως οι Ζακ Μπουβρές, Ζακ Μπρουνσβίγκ, Ζαν Μπολλάκ, Πιερ Βιντάλ-Νακέ, Ζαν-Πιερ Βερνάν, Αλαίν Ρέι κ.ά. Το σημαντικότερο, η συζήτηση αυτή εξαπλώθηκε σε ένα ευρύτερο κοινό, που προβληματίζεται σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να κρίνουμε το παρελθόν, καθώς σιγά σιγά τα φαντάσματα και οι αγκυλώσεις υποχωρούν – ή μήπως καθώς παλιά φαντάσματα επανεμφανίζονται, υπό νέες μορφές και μας γεμίζουν φρίκη;
Το ζήτημα της στράτευσης των φιλοσόφων και των λογοτεχνών, πάντως, εξακολουθεί να απασχολεί ποικιλοτρόπως, και μάλιστα στο επίκεντρο της συζήτησης έχουν πάψει να βρίσκονται πλέον οι «κακοί σταλινικοί» και μόνο. Μετά τον Σιοράν και τον Μιρτσέα Ελιάντ (για τη στάση των οποίων έναντι του φασισμού έγραψε προ τριετίας η Αλεξάντρα Λαινιέλ-Λαβαστίν), τώρα πάλι ο Χάιντεγκερ, ο οποίος δεν επιτρέπει διαχωρισμούς ανάλογους με αυτούς που κάνουμε για τον Σελίν λόγου χάρη.
Το ζήτημα του ανθρωπισμού, της ανθρωπινότητας, της ανθρωπότητας κατά τον Εντγκάρ Μορέν, που επίσης μνημονεύει τον Χάιντεγκερ, τίθεται σήμερα με όρους επείγοντος, περισσότερο παρά ποτέ, και αντιπαράθεση ανθρωπισμού-μηδενισμού το ίδιο. Ανοιχτό, όμως, παραμένει και το ζήτημα των κριτηρίων αξιολόγησης της σκέψης και της δημιουργίας, στη σχέση τους με την πολιτική. Με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, λοιπόν, η διαμάχη αυτή μας αφορά όλους.
Καθημερινή 20-11-2005